ΑΡΘΡΟ

Διαχείριση Κινδύνων: Από τις τυπικές υποχρεώσεις στην ουσιαστική εφαρμογή της

Δημήτρης Βραχωρίτης
By:
insight featured image
Contents

Η υποχρέωση εφαρμογής του νόμου 4706/2020 για την εταιρική διακυβέρνηση των ανωνύμων εταιριών με τίτλους εισηγμένους στο Χρηματιστήριο Αθηνών (Χ.Α.) και η σχετική απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Ε.Κ.) Αρ. 1/891/30.09.2020, η οποία ακολούθησε ως ερμηνευτική εγκύκλιος, οδήγησε στην διαμόρφωση ενός νέου, πιο εξελιγμένου και σαφώς περισσότερο απαιτητικού νομικού και κανονιστικού πλαισίου εταιρικής διακυβέρνησης για τις εισηγμένες στο ΧΑΑ επιχειρήσεις. Μια νέα πτυχή αυτού του πλαισίου αποτελεί πλέον η εισαγωγή και ο ενεργός ρόλος της Μονάδας Διαχείρισης Κινδύνων στη λειτουργία και τη στρατηγική των εταιριών.

Στις διευρυμένες απαιτήσεις της εταιρικής διακυβέρνησης των εισηγμένων στο Χ.Α. ανώνυμων εταιριών, έχει προστεθεί και ο καθορισμός ρόλων, γραμμών αναφοράς (λειτουργική και διοικητική), καθώς και καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του ΔΣ, της Επιτροπής Διαχείρισης Κινδύνων, σε περίπτωση που υφίσταται ή άλλης επιτροπής που έχουν εκχωρηθεί οι συγκεκριμένες αρμοδιότητες, και της Μονάδας Διαχείρισης Κινδύνων.

Στο πλαίσιο αυτό, κάθε εισηγμένη στο Χ.Α. ανώνυμη εταιρία οφείλει να υιοθετεί κατάλληλες αρχές διαχείρισης κινδύνων και να αναπτύσσει κατάλληλες και αποτελεσματικές πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων αναφορικά με την αναγνώριση, αξιολόγηση, διαχείριση και απόκριση, καθώς και παρακολούθηση της εξέλιξης των κινδύνων. Παράλληλα απαιτείται η ανάπτυξη και αξιοποίηση εργαλείων που να υποστηρίζουν τη Λειτουργία Διαχείρισης Κινδύνων.

Τα τελευταία 2 χρόνια έγιναν έντονες προσπάθειες από τις εισηγμένες εταιρίες να καλύψουν πιθανά κενά σε σχέση με τον εν λόγω νόμο και η εφαρμογή του νόμου κατά γενική ομολογία θεωρείται ικανοποιητική ως προς την τυπική συμμόρφωση των εταιριών. Ο βαθμός της ουσιαστικής εφαρμογής των αρχών της διαχείρισης κινδύνων και η προστιθέμενη αξία που μπορεί να προσφέρει η αποτελεσματική αξιοποίηση της δεν είναι εύκολο να αποτιμηθούν. Η ωριμότητα της διαχείρισης κινδύνων (Risk maturity) δηλαδή η ουσιαστική ενσωμάτωση των αρχών και πρακτικών της διαχείρισης κινδύνων στις διαδικασίες και την λειτουργία της εταιρίας απαιτεί χρόνο και διαφέρει από εταιρία σε εταιρία.

Στο σημερινό πολύπλοκο και ταχέως εξελισσόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον, η ουσιαστική εφαρμογή των αρχών της διαχείριση κινδύνων έχει αναδειχθεί σε κρίσιμο συστατικό της εταιρικής ανθεκτικότητας. Οι εταιρίες πρέπει όχι μόνο να εντοπίζουν και να μετριάζουν τους κινδύνους, αλλά και να ευθυγραμμίζουν τις στρατηγικές διαχείρισης κινδύνων με τους κύριους επιχειρηματικούς στόχους τους. Με την ενσωμάτωση της διαχείρισης κινδύνων στο κέντρο των επιχειρηματικών εξελίξεων, οι εταιρίες μπορούν να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις, να αξιοποιούν ευκαιρίες και να ενισχύουν την ανθεκτικότητά τους.

«Beyond Silence / Πέρα από τη σιωπή»: Πώς η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1937 μετασχημάτισε το κανονιστικό πεδίο Whistleblowing
Δείτε περισσότερα
«Beyond Silence / Πέρα από τη σιωπή»: Πώς η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1937 μετασχημάτισε το κανονιστικό πεδίο Whistleblowing

Παραδοσιακά, η διαχείριση κινδύνων αντιμετωπίζεται ως μια ξεχωριστή λειτουργία, η οποία δραστηριοποιείται κυρίως με θέματα συμμόρφωσης και επικεντρώνεται αποκλειστικά στην αποφυγή πιθανών απειλών, τελείως αποκομμένη από την επιχειρηματική λειτουργία της εταιρίας. Ωστόσο, αυτή η στενή προοπτική δεν είναι συμβατή πλέον στο σύγχρονο δυναμικό και απαιτητικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Η ευθυγράμμιση της διαχείρισης κινδύνου με τους επιχειρηματικούς στόχους είναι απαραίτητη καθώς ο κίνδυνος είναι εγγενής σε κάθε στρατηγική κίνηση και κάθε προληπτική προσέγγιση της διαχείρισης κινδύνων μπορεί να μετατρέψει πιθανές απειλές σε στρατηγικά πλεονεκτήματα.

Η αξιολόγηση των κινδύνων δεν πρέπει να λογίζεται ως ξεχωριστή διεργασία αλλά ως απαραίτητο βήμα πριν την εκάστοτε στρατηγική επιλογή. Αυτό απαιτεί την καλλιέργεια μιας κουλτούρας προσανατολισμένης στην διαχείριση κινδύνων όπου όσοι λαμβάνουν μέρος στην λήψη αποφάσεων σε όλα τα διοικητικά επίπεδα αντιλαμβάνονται τις πιθανές θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις των επιλογών τους.

Βασικός άξονας της αποτελεσματικής διαχείρισης κινδύνων είναι ο καθορισμός της διάθεσης της ανοχής στον εκάστοτε κίνδυνο σε συνδυασμό με τους επιχειρηματικούς στόχους που επηρεάζονται από αυτόν τον κίνδυνο. Η ευθυγράμμιση των στόχων της εταιρίας με το μέγεθος των αναλαμβανόμενων κινδύνων εξασφαλίζει ότι οι συνεπαγόμενες διοικητικές αποφάσεις παραμένουν στο πλαίσιο της συνολικής εταιρικής στρατηγικής. 

Εντοπίζοντας και κατανοώντας τους κινδύνους που συνδέονται με την είσοδο σε νέες αγορές, την ανάπτυξη νέων προϊόντων, τις επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις ή ακόμη και την κλιματική αλλαγή, οι εταιρίες μπορούν να λαμβάνουν μελετημένες αποφάσεις που θα τους δίνουν συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τον ανταγωνισμό αλλά θα διαφυλάσσουν και την βιώσιμη ανάπτυξη τους.

Κρίσιμο ρόλο στην ευθυγράμμιση των αναλαμβανόμενων κινδύνων και των εταιρικών στόχων παίζει η καθιέρωση δεικτών απόδοσης και κινδύνου καθώς και σχετικών μηχανισμών παρακολούθησης και αναφοράς. Οι δείκτες απόδοσης (KPIs) και δείκτες κινδύνου (KRIs) πρέπει να εμπλουτιστούν με μετρήσεις που σχετίζονται με κάθε σημαντικό αναγνωρισμένο εταιρικό κίνδυνο και να μην περιορίζονται μόνο στους παραδοσιακούς χρηματοοικονομικούς και λειτουργικούς δείκτες. Δείκτες που αφορούν σημαντικούς κινδύνους, από την κλιματική αλλαγή και τις επιδράσεις της, το ανθρώπινο δυναμικό ,τα πληροφοριακά συστήματα ή τις σημαντικές εξαρτήσεις από τρίτους παρόχους πρέπει να ενσωματωθούν στην στενή παρακολούθηση και αναφορά της Μονάδας Διαχείρισης Κινδύνων και να εξετάζονται περιοδικά και από την ανώτατη Διοίκηση των εταιριών. Αυτή η ολοκληρωμένη προσέγγιση παρέχει σε όσους λαμβάνουν μέρος στην λήψη αποφάσεων, μια συνολική εικόνα της απόδοσης της εταιρίας και της αποτελεσματικότητας των στρατηγικών διαχείρισης κινδύνου.

Η αποτελεσματική εφαρμογή της διαχείρισης κινδύνου δεν είναι πλέον μόνο εποπτική απαίτηση αλλά στρατηγική επιλογή.