ΑΡΘΡΟ

Η ενίσχυση της ελληνικής βιομηχανίας «κλειδί» για την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας οικονομίας

Βασίλης Καζάς
By:
insight featured image
Contents

Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας βίωσε ένα εκτεταμένο χρονικό διάστημα συνεχών αλλαγών και πολυεπίπεδων αντιξοοτήτων, στο οποίο κλήθηκε να ξεπεράσει με επιτυχία ποικίλες προκλήσεις.

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι οι αντιξοότητες που σχετίζονται με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν στο προσκήνιο, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν θέσει τις κατάλληλες βάσεις προκειμένου να διατηρήσουν την αναπτυξιακή δυναμική που δημιουργήθηκε μετά την οικονομική κρίση και να συνεισφέρουν στον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. 

Ο σχετικός μετασχηματισμός αναμένεται να συμβάλει, με τη σειρά του, στην ενίσχυση της εξωστρέφειας της χώρας, καθώς και στην ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητάς της, τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η ελληνική βιομηχανία αναμένεται να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στην περαιτέρω ενίσχυση της εγχώριας οικονομίας, δεδομένου ότι η ανάπτυξη που σημειώθηκε στον τομέα από το 2017 και έπειτα συνέβαλε στην άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής, καθώς και στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

Προκειμένου να συνεχιστεί η εν λόγω ανάκαμψη του τομέα, υπάρχουν ορισμένα μέτρα που χρειάζεται να ληφθούν, καθώς και ορισμένες διαρθρωτικές αδυναμίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν με επιτυχία.

Ειδικότερα, τα κυριότερα μέτρα που πρέπει να ληφθούν είναι τα εξής:

Α) Αύξηση επενδύσεων:

Είναι σημαντικό να σημειωθεί περαιτέρω αύξηση των επενδύσεων σε παραγωγικές δραστηριότητες με ευρύ αποτύπωμα στην εγχώρια οικονομία, όπως είναι ο μεταποιητικός κλάδος, καθώς και να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και να υλοποιηθούν την επόμενη τετραετία επενδυτικά σχέδια ύψους 36-40 δισ.

Μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΤΑΑ τα συνολικά ενεργά αιτήματα που έχουν κατατεθεί ανέρχονται στα 627 με προϋπολογισμό 20.966 εκ., εκ των οποίων τα 257 αφορούν εγκεκριμένα αιτήματα συνολικού προϋπολογισμού ύψους 9.059 εκ. ενώ υπάρχουν και 370 αιτήματα προς αξιολόγηση συνολικού προϋπολογισμού 11.907 εκ..

Για να αξιοποιήσουμε την μοναδική ευκαιρία για την χώρα μας πρέπει οι τράπεζες να διαδραματίσουν έναν πιο ενεργό ρόλο.

Συγκεκριμένα, είναι σημαντικό να υπάρξει επιτάχυνση στη διαδικασία έγκρισης των επενδυτικών σχεδίων, καθώς και επικέντρωση των επενδυτικών σχεδίων σε περιφέρειες της χώρας που έχουν μεγάλη ανάγκη (π.χ Περιφέρεια Θεσσαλίας, Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Δυτικής Μακεδονίας, Βορείου Αιγαίου).

Παράλληλα, είναι απαραίτητο τα σχέδια που εγκρίνονται να συνάδουν με τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας, ενώ εξίσου σημαντικό είναι να επιταχυνθεί η απορρόφηση των κονδυλίων έτσι ώστε να υπάρχει άμεσο αντίκτυπο στο ΑΕΠ της χώρας.

Στόχος είναι η επίτευξη μιας άνευ προηγούμενου αύξησης του σχηματισμού ιδιωτικών επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου από το 14% του ΑΕΠ σήμερα σε 22%-23%, προκειμένου να προσεγγίσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Σήμερα, η πρόκληση της μετάβασης από μια οικονομία χαμηλής εξειδίκευσης και χαμηλής εντάσεως τεχνολογίας, σε μια οικονομία μέσης και υψηλής εντάσεως τεχνολογίας, είναι τεράστια καθώς και η ενίσχυση της συμμετοχής της Ελλάδος στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.

Καθοριστικός παράγοντας για την βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος είναι και τα φορολογικά κίνητρα που θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή, όπως, για παράδειγμα, η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου με καθιέρωση των επιταχυνόμενων φορολογικών αποσβέσεων σε πάγια περιουσιακά στοιχεία (κυρίως μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό) με στόχο την παροχή κινήτρων για την υλοποίηση επενδύσεων στη βιομηχανία. Η δυνατότητα προσαρμογής ή επιλογής από τις επιχειρήσεις της μεθόδου απόσβεσης, καθώς και του ρυθμού απόσβεσης, θα μπορούσε να συμβάλει θετικά στη δημιουργία νέων επενδύσεων λόγω αυξημένης ρευστότητας, καθώς και να βελτιώσει τις προοπτικές δυναμικής ανάπτυξης της βιομηχανίας.

Η δυνατότητα μεταφοράς φορολογικών ζημιών για διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας (που ισχύει σήμερα) θα επιτρέψει την αξιοποίηση των ζημιών που έχουν συσσωρευθεί στις επιχειρήσεις κατά το διάστημα της πανδημίας,  αλλά και παλαιότερα. Ζητούμενο από τους Ελληνικούς ομίλους είναι επίσης, η εξομοίωση της φορολογικής μεταχείρισης των μερισμάτων από και προς χώρες εκτός ΕΕ,  με τα μερίσματα που διανέμονται από/προς  θυγατρικές εντός της ΕΕ και τα οποία είναι (υπό προϋποθέσεις) αφορολόγητα.

Στο ίδιο πλαίσιο απαιτούνται πρόσθετες ενέργειες περιορισμού του ενεργειακού κόστους, το οποίο επιδρά αρνητικά κυρίως στους ενεργοβόρους βιομηχανικούς κλάδους. Τα μέτρα ενίσχυσης των ενεργειακών διασυνδέσεων με γειτονικές χώρες, η αποτελεσματικότερη λειτουργία της αγοράς ενέργειας, η επανεξέταση των ρυθμιζόμενων χρεώσεων και της υψηλής φορολογίας καθώς και οι επιδοτήσεις για την υλοποίηση της πράσινης μετάβασης είναι μέτρα που θα μπορούσαν να εξεταστούν.

Β) Μικρό μέγεθος ελληνικών επιχειρήσεων:

Οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν διαχρονικά μικρότερο μέγεθος σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές. Συγκεκριμένα, η μέση βιομηχανική επιχείρηση στην Ελλάδα απασχολούσε περίπου 5-6 εργαζόμενους την περίοδο 2011-2018 έναντι περίπου 15 που ήταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρους. Το γεγονός αυτό συνδέεται με την αδυναμία ανάπτυξης οικονομιών κλίμακας, τη δυσκολία στην εύρεση χρηματοδότησης, καθώς και τη δυσκολία επέκτασης σε νέες αγορές. Οι εν  λόγω παράγοντες μειώνουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων.

Η επίτευξη επενδυτικής και αναπτυξιακής δυναμικής διευκολύνεται από μια σημαντική αύξηση του μέσου μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων, κυρίως μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών (Μ&Αs). Σε αυτή την κατεύθυνση είναι αναγκαία και η υιοθέτηση της κατάλληλης φορολογικής πολιτικής:  η διαμόρφωση ενός ξεκάθαρου και ενιαίου φορολογικού πλαισίου που θα διευκολύνει όλες τις μορφές μετασχηματισμών και η άρση των αμφιβολιών αναφορικά με την δυνατότητα της φορολογικής έκπτωσης των τόκων δανείου που λαμβάνεται για την απόκτηση συμμετοχών (ένα θέμα που απασχολεί πολλές επιχειρήσεις και αποτελεί αντικείμενο αμφισβητήσεων από τις φορολογικές αρχές, παρά την πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση του Ν.4935/2022). Είναι απαραίτητο, να υιοθετήσουμε ένα πολύ τολμηρό πλαίσιο κινήτρων, ώστε με τη δημιουργία ισχυρότερων εταιρικών σχημάτων να ενισχυθεί καθοριστικά η ικανότητά τους να εκσυγχρονιστούν, χρηματοδοτηθούν, επενδύσουν, εξάγουν και αξιοποιήσουν τις σύγχρονες τεχνολογίες.

Η δυνατότητα πρόσβασης στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην προσπάθεια που είναι σε πλήρη εξέλιξη για πλήρη αξιοποίηση των πόρων του ΤΑΑ προς όφελος του συνόλου του επιχειρείν και όχι μόνον των μεγάλων σε μέγεθος επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, παρέχεται η δυνατότητα προνομιακού επιτοκίου 0,35% για δάνεια του ΤΑΑ αποκλειστικά για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις σε μια περίοδο υψηλών επιτοκίων.

Ταυτόχρονα, δίνονται φορολογικά κίνητρα συνεργασίας μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Ειδικότερα:

  1. Απαλλαγή φόρου εισοδήματος ύψους 30% για 9 έτη
  2. Φορολογική απαλλαγή
    • Έως 500.000€ στην περίπτωση μετασχηματισμού επιχειρήσεων ή εισφοράς ατομικής επιχείρησης
    • Έως 125.000€ εντός 3ετίας για κάθε πρόσωπο στην περίπτωση συνεργασίας
  3. Μεταφορά φορολογικών ζημιών μετασχηματιζόμενων επιχειρήσεων και δυνατότητα φορολογικού συμψηφισμού
  4. Απαλλαγή φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου
  5. Αναγνώριση έκπτωσης δαπανών που πραγματοποιούνται για την απόκτηση τίτλων
  6. Μεταβίβαση διοικητικών αδειών (συμπ. προσωποπαγών αδειών)

Πρόκειται για μια μοναδική ευκαιρία, η οποία θα πρέπει να αξιοποιηθεί για τη δημιουργία μεγαλύτερων και πιο ανταγωνιστικών σχημάτων.

Γ) Πράσινος και ψηφιακός μετασχηματισμός:

Η μετάβαση της βιομηχανίας σε καθαρές μορφές ενέργειας, σε ένα πιο πράσινο παραγωγικό πρότυπο και σε νέα μοντέλα ανάπτυξης, κυρίως μέσα από τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και με τη βοήθεια της καινοτομίας και της ψηφιακής τεχνολογίας είναι πλέον απαραίτητη.

Αυτό όμως προϋποθέτει την κινητοποίηση σημαντικών επενδύσεων και την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την ενεργό παραγωγή αλλά και αποθήκευση ενέργειας μέσω ΑΠΕ, καθώς και τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση της ενεργητικής και παθητικής ενεργειακής αποδοτικότητας της βιομηχανίας. Οι ενέργειες αυτές, πέρα από τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, δύνανται να έχουν και οικονομικές προεκτάσεις μειώνοντας τις εισαγωγές ενέργειας και συμβάλλοντας στη μείωση του ενεργειακού κόστους, παράγοντας που είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, καθώς η Ελλάδα έχει διαχρονικά μη ανταγωνιστικό ενεργειακό κόστος. Ο στόχος αυτός αφορά το σύνολο της βιομηχανίας, προτεραιοποιώντας ωστόσο τους ενεργοβόρους κλάδους.

Αντίστοιχα, ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός των μεταποιητικών επιχειρήσεων απαιτεί, εκτός από τις επενδύσεις φυσικού κεφαλαίου, και νέες πρακτικές λειτουργίας των επιχειρήσεων, καθώς και ανθρώπινο κεφάλαιο με κατάλληλες δεξιότητες.

Επιπλέον, απαιτείται μία μακροπρόθεσμη στρατηγική από το κράτος, με κύριο άξονα την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του δημοσίου, τη βελτίωση των υποδομών συνδεσιμότητας, τη δημιουργία κόμβων ψηφιακή καινοτομίας, αλλά και τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου.

Ισχυρά κίνητρα θα πρέπει επίσης να δοθούν για την καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη.

Προκειμένου να ενισχυθεί η Ε&Α και η καινοτομική δραστηριότητα θα μπορούσαν να εξεταστούν: φορολογικές επιπτώσεις για την αγορά ή αντικατάσταση εξοπλισμού καθώς και για την κατασκευή ή ανακαίνιση μιας κτιριακής εγκατάστασης, η οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για δραστηριότητες Ε&Α, ο συμψηφισμός δαπανών Ε&Α  με ασφαλιστικές εισφορές, καθώς και φορολογικές εκπτώσεις επί των κερδών από δραστηριότητες Ε&Α.

Σημαντικό μέτρο επίσης είναι η βελτίωση των διαδικασιών αδειοδότησης και χωροθέτησης  που θα συμπεριλαμβάνει τη δημιουργία βιομηχανικών, τουριστικών, οικιστικών και τεχνολογικών πάρκων και αναπτυξιακών ζωνών σ’όλη την Ελλάδα, για τις οποίες θα υπάρχουν επενδυτικές και λειτουργικές άδειες με σεβασμό στο περιβάλλον και αποτροπή της άναρχης δόμησης.

Τέλος, στην κατεύθυνση της ψηφιακής εξέλιξης, θα μπορούσε να εξεταστεί ή αύξηση της χρηματοδότησης των νεοφυών επιχειρήσεων και ανερχόμενων τεχνολογιών και την υποστήριξή τους σε διάφορα στάδια της ζωής τους.

Δ) Επιτάχυνση της εξωστρέφειας:

Η ενίσχυση του εξωστρεφούς προσανατολισμού του κλάδου μέσα από την ανάπτυξη διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και τη συμμετοχή των ελληνικών βιομηχανιών σε διεθνείς αλυσίδες αξίας, πρέπει να είναι στο επίκεντρο της βιομηχανικής πολιτικής.

Έμφαση πρέπει να δοθεί στην ενίσχυση κλάδων και προϊόντων που αξιοποιούν συγκριτικά πλεονεκτήματα και υψηλή προστιθέμενη αξία.

Χρειάζεται να υλοποιήσουμε ένα πολύπλευρο και ολοκληρωμένο πρόγραμμα επιτάχυνσης της εξαγωγικής δραστηριότητας με στόχο να φθάσουν οι εξαγωγές τουλάχιστον στο 50% του ΑΕΠ την επόμενη τετραετία.

Η ύπαρξη μίας συνεκτικής βιομηχανικής πολιτικής, η οποία θα συνεισφέρει στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, αποτελεί μία απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να συνεχιστεί η ανάκαμψη των προηγούμενων ετών. Ωστόσο, τα πρώτα σημαντικά βήματα έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, και μέσα από την αρμονική συνεργασία όλων των πλευρών, η ελληνική βιομηχανία δύναται να διαδραματίσει ξανά έναν ρόλο-κλειδί στην ανάπτυξη της εγχώριας οικονομίας.