ΑΡΘΡΟ

Κρίση, Μεταρρυθμίσεις και Προτεραιότητες

Δρ. Νικόλαος Καραμούζης
By:
insight featured image
Contents

Σημαντικές διαταραχές και αχαρτογράφητους κίνδυνους δημιουργούν η πανδημία, ιδιαίτερα πρόσφατα στην Κίνα και η ουκρανική κρίση στην παγκόσμια οικονομία. Προκαλείται μια πρωτοφανής διαταρακτική αβεβαιότητα παγκοσμίως και διαμορφώνονται μάλλον απαισιόδοξες οικονομικές, κοινωνικές και γεωπολιτικές προοπτικές, με το στάσιμο πληθωρισμό να είναι πλέον ένα πιθανό σενάριο.

Εκτιμάται ότι θα επικρατήσουν διεθνώς χαμηλότεροι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης, έντονες πληθωριστικές πιέσεις, δημοσιονομικοί περιορισμοί σε περιβάλλον αύξησης του δημοσίου χρέους, κυρίως στις αναπτυγμένες χώρες, ανοδική πορεία των επιτοκίων με περιορισμό της ρευστότητας, ανισορροπίες στο εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών, δυναμική φαύλου πληθωριστικού κύκλου, με κύριους τροφοδότες τις αυξήσεις μισθών, τις τιμές τροφίμων και το κόστος ενέργειας. Παράλληλα, σημειώνεται μεγάλη μεταφορά πλούτου από χώρα σε χώρα, με ευνοημένες τις χώρες παραγωγής ενέργειας και έντονη χειροτέρευση των κοινωνικών ανισοτήτων σε αρκετές χώρες, με ανησυχητικές κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις. Η πανδημία και η ουκρανική κρίση έχουν επίσης διαταράξει σοβαρά την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας, όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, τα εμπορεύματα, τα τρόφιμα, οι πρώτες ύλες, τα αγροτικά προϊόντα και τα μέταλλα.

Η αντιμετώπιση των παραπάνω νέων προκλήσεων θα απαιτήσει σοβαρές και τολμηρές παρεμβάσεις οικονομικής πολιτικής, αλλά και κοινές δράσεις σε διασυνοριακό επίπεδο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ευρωζώνη, η οποία διαφαίνεται ότι θα είναι από τους μεγάλους χαμένους της νέας παγκόσμιας κρίσης.

Η άκρως επιτυχημένη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική και οι κοινές δράσεις που εφαρμόστηκαν την περίοδο της πανδημίας στην Ευρωζώνη δείχνουν το δρόμο. Απέδειξαν ότι ο κατακερματισμός δράσεων και οι ασυντόνιστες και μεμονωμένες εθνικές πρωτοβουλίες δεν είναι τόσο αποτελεσματικές σε περιβάλλον διεθνών κρίσεων.

Με την κοινωνία κουρασμένη από τις αλλεπάλληλες κρίσεις και χωρίς άλλες αντοχές, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει κομβικές προκλήσεις και κρίσιμα διλλήματα πολιτικής, σε ορισμένες περιπτώσεις καλείται «να τετραγωνίσει τον κύκλο», διότι δεν υπάρχουν λύσεις χωρίς κόστος και με όλους ικανοποιημένους. Παρά τις πρόσφατες θετικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, οι προκλήσεις, τα αδιέξοδα και οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται.

Θα επιδιώξει η κυβέρνηση να ισορροπεί μεταξύ της κοινωνίας που «βράζει» και απαιτεί στήριξη και της διατήρησης της οικονομικής σταθερότητας και αναπτυξιακής προοπτικής που απειλούνται. Να αναλάβει πρωτοβουλίες οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, σε περιβάλλον επερχόμενων εθνικών εκλογών, με δυσμενή τα διεθνή δεδομένα, με περιορισμένους βαθμούς ελευθερίας στα δημοσιονομικά, χωρίς η χώρα να έχει επενδυτική βαθμίδα, με ορατό τον κίνδυνο ανόδου του πληθωρισμού, των επιτοκίων και των μισθών. Να συνδυάσει δημοσιονομική σταθερότητα και ισχυροποίηση της εμπιστοσύνης των αγορών, με την αναγκαία στήριξη των ασθενέστερων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, που πλήττονται σφοδρά από την κρίση, χωρίς να διολισθήσει σε υπερφορολόγηση και δημοσιονομική εκτροπή. Να ολοκληρώσει την οικονομική εξυγίανση και κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών, ενισχύοντας, όμως, παράλληλα τις δυνατότητές τους να χρηματοδοτούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, που σημαντικό κομμάτι τους θ’ αντιμετωπίσει στενότητα ρευστότητας. Να προσφέρει δεύτερη ευκαιρία, χρόνο και ευελιξία στους οφειλέτες σε καθυστέρηση πληρωμών, αλλά και να αποτρέψει τη δημιουργία νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων και οφειλών καθώς και το «σκάσιμο» των εγγυήσεων του Δημοσίου στις τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων (που αν π.χ. παγώσει τους πλειστηριασμούς, είναι πιθανό να συμβεί). Να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητες της αναπτυξιακής στρατηγικής και του εθνικού σχεδίου «Ελλάδα 2.0», εντάσσοντας σ’ αυτό και νέους στόχους, κυρίως μια πολιτική επιλεκτικής υποκατάστασης εισαγωγών στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα της χώρας, είτε γιατί η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, είτε γιατί το επιβάλουν λόγοι εθνικής ασφάλειας. Να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη απομείωση των πραγματικών εισοδημάτων των νοικοκυριών, τη συρρίκνωση του περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων και τη κοινωνική δυσαρέσκεια που προκαλούν, μέσω λελογισμένων αυξήσεων μισθών και συντάξεων, ώστε να ενισχυθεί η κατανάλωση και οικονομία, αλλά να αποτραπεί η σπειροειδής τροφοδότηση του εγχώριου πληθωρισμού, εξέλιξη που θα υπονόμευε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Να ενισχυθεί η αναπτυξιακή ατζέντα με τη συνεπή υλοποίηση, με μεγαλύτερη ένταση, της τρέχουσας πολιτικής προσέλκυσης εγχώριων και ξένων κεφαλαίων και επενδύσεων, την ταχύτερη αξιοποίηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του νέου ΕΣΠΑ και την κατά προτεραιότητα στήριξη της εξωστρεφούς ανάπτυξης της οικονομίας. Το τεράστιο επενδυτικό και αποταμιευτικό κενό που άφησε η ελληνική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας και το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς, καθιστούν τις ξένες επενδύσεις και την οικονομική εξωστρέφεια αναγκαίες συνθήκες για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.

Στο πλαίσιο των παραπάνω προκλήσεων, τρεις κρίσιμες προϋποθέσεις, θα διευκόλυναν τις επιλογές της εγχώριας οικονομικής πολιτικής και θα επαύξαναν τις πιθανότητες επιτυχούς αντιμετώπισης της κρίσης.

Πρώτον, η έγκαιρη ενεργοποίηση συντονισμένων κοινών δράσεων στην Ευρωζώνη. Θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει δέσμευση νέων ευρωπαϊκών πόρων για στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων και νέες κοινές πολιτικές, ταμεία και δράσεις, κυρίως στους τομείς ενέργειας, περιβάλλοντος, υποδομών, ψηφιοποίησης, δημοσίων επενδύσεων και άμυνας, οι οποίες, θα πρέπει να συνοδευτούν με ευέλικτο επαναπροσδιορισμό των δημοσιονομικών κανόνων. Καθυστερήσεις στις αποφάσεις μπορεί να αποβούν καταστρεπτικές για την Ευρώπη.

Δεύτερον, εφαρμογή από την ΕΚΤ ευέλικτης νομισματικής πολιτικής όσον αφορά το βαθμό αυστηροποίησης, τον περιορισμό της ρευστότητας και την ταχύτητα αύξησης των επιτοκίων, σε συνδυασμό με τη συνέχιση της πολιτικής στοχευμένης στήριξης της ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς με ρευστότητα, συμπεριλαμβανομένων των αγορών κρατικών και εταιρικών ομολόγων. Οι κεντρικές τράπεζες δεν μπορούν να λύσουν επιτυχώς ένα διαρθρωτικό πρόβλημα προσφοράς με το να προκαλέσουν ύφεση και ανεργία.

Τρίτον, δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης να επιταχύνει την υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, ιδιαίτερα εκείνων με ισχυρό αναπτυξιακό και παραγωγικό πρόσημο.

Έξι είναι κατά τη γνώμη μου οι κρίσιμες μεταρρυθμίσεις προς αυτή τη κατεύθυνση.
Η πρώτη μεταρρύθμιση αφορά τον τομέα της δικαιοσύνης, η κατάσταση της οποίας αποτελεί κρίσιμο αντιαναπτυξιακό παράγοντα. Μια επίσκεψη στην Ευελπίδων είναι χίλιες λέξεις. Πέραν των τραγικών καθυστερήσεων στη λήψη των αποφάσεων, η ψηφιοποίηση, η οργάνωση, η χωροταξική διάταξη, τα συστήματα αμοιβών και αξιολόγησης, τα προγράμματα εξειδίκευσης και επιμόρφωσης, τα εξειδικευμένα σώματα δικαστών (π.χ. οικονομικοί δικαστές), παραμένουν χωρίς ουσιαστική πρόοδο.

Η δεύτερη σημαντική μεταρρύθμιση αφορά την αντιμετώπιση του μείζονος δημογραφικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η χώρα, με αρνητικές συνέπειες για τη μεσοπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη και ευημερία του τόπου. Ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια (εκτιμάται στα 8,3 εκατομμύρια το 2050). Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα ρηξικέλευθο ολοκληρωμένο σχέδιο πρωτοβουλιών που θα συμπεριλαμβάνει τολμηρές οικογενειακές πολιτικές, ισχυρά κίνητρα για την επιστροφή των Ελλήνων του εξωτερικού, που ήδη υλοποιεί η κυβέρνηση, καθώς και στοχευμένες πρωτοβουλίες προσέλκυσης ξένων κατοίκων και μεταναστών για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα.

Η τρίτη, κορυφαία θα έλεγα, μεταρρύθμιση αφορά τον παραγωγικό μετασχηματισμό του αγροτικού τομέα της οικονομίας που συρρικνώνεται τις τελευταίες δεκαετίες και αντιμετωπίζει σοβαρές παθογένειες. Ένα ξεπερασμένο και κουρασμένο αναπτυξιακό πρότυπο, με μικρή συμμετοχή του κλάδου στο ΑΕΠ (1.5%!!), περιορισμένη χρηματοδότηση από τον τραπεζικό τομέα (υπόλοιπα δανείων < € 2δισεκ.), προβληματικούς κατά κανόνα συνεταιρισμούς και συνεταιριστικές τράπεζες, μικρό κλήρο και μικρούς παραγωγούς, με χαμηλά περιθώρια κέρδους και αδυναμία σύγχρονης οργάνωσης, τεχνολογικής αναβάθμισης και εξαγωγικής δραστηριότητας, ενώ η αγροτική παραγωγή και οι εξαγωγές δεν παρακολουθούν τις αλλαγές της διεθνούς ζήτησης. Οι δυνατότητες για υποκατάσταση εισαγωγών και επιτάχυνση εξαγωγών είναι σημαντικές στον κλάδο, αν τολμήσουμε να υλοποιήσουμε τις τομές που εκκρεμούν χρόνια.

Η ανασυγκρότηση του ευρύτερου δημόσιου τομέα αποτελεί ένα χρόνιο μεταρρυθμιστικό στόχο. Παρότι έχουν σημειωθεί βήματα προόδου, κυρίως λόγω των εξαναγκασμών των μνημονίων και της εναρμόνισής μας με την ευρωπαϊκή νομοθεσία (ας είμαστε ειλικρινείς), κρίσιμα προβλήματα και δυσλειτουργίες παραμένουν. Πρόσφατα, η κυβερνητική πολιτική κατέγραψε σημαντική επιτυχία στον τομέα της ψηφιοποίησης του κράτους, αλλά εκκρεμούν ακόμα κρίσιμες μεταρρυθμίσεις, που καθυστερούν, όπως η διοικητική και οργανωτική ανασυγκρότηση του ευρύτερου δημόσιου τομέα, η αναβάθμιση του εργασιακού πλαισίου και των συστημάτων αμοιβών, υπηρεσιακής εξέλιξης, κινητικότητας και αξιολόγησης, η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας (θα μπορούσαμε να έχουμε έσοδα 3% του ΑΕΠ ετησίως, δες μελέτη ΔΝΤ), η εξυγίανση των ΔΕΚΟ και των δεκάδων οργανισμών, η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των εποπτικών και ρυθμιστικών αρχών με την επιλογή των διοικήσεων τους από τη Βουλή των Ελλήνων, με ενισχυμένη πλειοψηφία και τη ριζική αντιμετώπιση της πολυνομίας. Μεγάλη πρόκληση επίσης αποτελεί η καθιέρωση σύγχρονης εταιρικής διακυβέρνησης στο σύνολο του ευρύτερου δημόσιου τομέα και ο μετασχηματισμός και η αναβάθμιση της δημόσιας υγείας (η πρόσφατη κρίση ανέδειξε τη χρησιμότητά της) και της παιδείας με τη διασύνδεσή της με τις ανάγκες της οικονομίας. Η διαφάνεια, ο έλεγχος και η λογοδοσία στον ευρύτερο δημόσιο τομέα παραμένουν επίσης κορυφαία ζητήματα για τη διεθνή αξιοπιστία μας. Π.χ. ο ΕΦΚΑ που διαχειρίζεται δισεκατομμύρια, δεν έχει δημοσιεύσει ισολογισμό και αποτελέσματα χρήσεως τουλάχιστον την τελευταία πενταετία. Πολλοί φορείς του δημόσιου τομέα (π.χ. νοσοκομεία, δήμοι, ιδρύματα) ελέγχονται σε μικρό βαθμό από διεθνείς ορκωτούς, δεν δημοσιεύουν συνήθως έγκαιρα ισολογισμούς και αποτελέσματα χρήσεως, πόσο μάλλον κοινωνικό απολογισμό, και δεν έχουν οργανωμένο σύστημα εσωτερικού και εξωτερικού ελέγχου και πλαίσιο εγκεκριμένων εσωτερικών διαδικασιών.

Πέμπτη αναγκαία μεταρρύθμιση αποτελεί η διαμόρφωση ενός ενιαίου επιτελικού κέντρου (υπουργείου), με ευθύνη την υλοποίηση συνολικής αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας, την προσέλκυση και υλοποίηση σημαντικών εγχώριων και ξένων επενδύσεων και τη βελτίωση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό. Ενώ έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων τα τελευταία χρόνια, η πολυδιάσπαση στα κέντρα λήψης των αποφάσεων παραμένει ένα κρίσιμο ζητούμενο. Ενδεικτικά ν’ αναφέρω ότι το Υπουργείο Οικονομικών έχει την ευθύνη του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά το Υπουργείο Ανάπτυξης την ευθύνη για το ΕΣΠΑ και τον Αναπτυξιακό νόμο. Οι εμπορικοί ακόλουθοι και το Enterprise Greece ανήκουν στο Υπουργείο Εξωτερικών, όπως και η προώθηση της οικονομικής εξωστρέφειας, ενώ οι σχέσεις με τους διεθνείς επίσημους χρηματοδοτικούς φορείς και η Αναπτυξιακή Τράπεζα, ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Ανάπτυξης. Αποτελεί επίσης σημαντικό πρόβλημα, η εμπλοκή πολλών Υπουργείων και κρατικών φορέων στις εγκρίσεις επενδύσεων και στη λειτουργία των επιχειρήσεων, με διαφορετική «κουλτούρα» φιλικότητας προς το επιχειρείν το καθένα, αλλά με την ίδια σε μεγάλο βαθμό γραφειοκρατία στη λήψη των αποφάσεων.

Τέλος, η πρόσφατη κρίση καθιστά επιτακτική επίσης την ανάγκη διαμόρφωσης μιας
ολοκληρωμένης εθνικής πολιτικής παραγωγικής «ελληνοποίησης» και στοχευμένης υποκατάστασης εισαγωγών, για την επίτευξη της μέγιστης δυνατής αυτάρκειας και ανεξαρτησίας σε μια σειρά κρίσιμων τομέων της οικονομίας όπως π.χ. η ενέργεια, τα τρόφιμα, τα φάρμακα, τα αγροτικά προϊόντα, τις μεταφορές. Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η διαμόρφωση μιας μακροχρόνιας ολιστικής εθνικής ενεργειακής πολιτικής στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο, διότι το κόστος ενέργειας αποτελεί καθοριστικό στοιχείο παραγωγικής ανταγωνιστικότητας.

Ν. Καραμούζης,
SMERemediumCap, Executive Chairman
Grant Thornton, Chairman