ΦΟΡΟΔΟΞΙΕΣ

Φοροδοξίες, 07.02.2021

insight featured image
Contents

Γνωρίζετε ότι...

Σε εφαρμογή έχει τεθεί η διαδικασία συμψηφισμού αυτόματης επιστροφής φαρμακευτικής δαπάνης (clawback) με ποσοστά επί των δαπανών έρευνας, ανάπτυξης και επενδυτικών σχεδίων.

Βάσει εκτιμήσεων οι οφειλές clawback που θα κληθούν να καταβάλλουν οι φαρμακευτικές εταιρείες για το πρώτο εξάμηνο του 2020 υπολογίζονται σε 458 εκατ. Ευρώ. Παράλληλα, υπενθυμίζεται ότι το clawback εφαρμόζεται όταν η συνολική φαρμακευτική δαπάνη υπερβαίνει τα σχετικά όρια του προϋπολογισμού ενώ σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, το ύψος του ποσού του συμψηφισμού θα ανέλθει στο ποσό των 100 εκατ. Ευρώ. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόστηκε πρώτη φορά για τις οφειλές clawback του δευτέρου εξαμήνου 2019. Εκτιμάται ότι η εν λόγω απόφαση αναμένεται να προσδώσει πολλαπλά οφέλη στον φαρμακευτικό κλάδο καθώς ουσιαστικά μέσω αυτής επέρχεται μία έμμεση ανακατάταξη του clawback από στοιχείο των αποτελεσμάτων χρήσης σε επενδυτικό στοιχείο η οποία βελτιώνει σημαντικά βασικά οικονομικά στοιχεία μίας εταιρείας, όπως οι λειτουργικές ταμειακές ροές. Ταυτόχρονα, παρέχεται κίνητρο για περαιτέρω αύξηση των επενδύσεων και των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης, γεγονός που οδηγεί στην ανάπτυξη άυλων περιουσιακών στοιχείων (R&D). Όλα τα παραπάνω αναμένεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση της προστιθέμενης αξίας, των θέσεων εργασίας καθώς και της αποτίμησης των φαρμακευτικών επιχειρήσεων σε μία εποχή ιδιαίτερα κρίσιμη.


Οι δικαιούχοι θα πρέπει να πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις προκειμένου να επωφεληθούν από τον συμψηφισμό των ποσών της αυτόματης επιστροφής φαρμακευτικής δαπάνης (clawback).

Οι δικαιούχοι οφείλουν να τηρούν ιδιαίτερο λογαριασμό στα λογιστικά τους αρχεία για τις δαπάνες του συμψηφισμού, να πληρούν συγκεκριμένες υποχρεώσεις για πέντε έτη μετά την λήξη του επενδυτικού σχεδίου (π.χ. να μην παύσουν την λειτουργία της επιχείρησης ή να μην διακόπτουν την παραγωγική λειτουργία της επένδυσης κ.λπ.) καθώς και να διατηρούν για μία πενταετία όλο το υποστηρικτικό υλικό για την περίπτωση ελέγχου από τις αρμόδιες αρχές. Σημειώνεται ακόμα ότι οι δαπάνες R&D θα πρέπει να είναι αυτοχρηματοδοτούμενες. Στο είδος των επιλέξιμων δαπανών εντάσσονται οι δαπάνες αγοράς ή ανέγερσης κτιρίων, κλινικών δοκιμών ή οι αμοιβές του προσωπικού. Σημειώνεται όμως ότι για την τεκμηρίωση των δαπανών R&D και επενδυτικών σχεδίων απαιτείται η πιστοποίηση της υλοποίησής τους από Ορκωτό Ελεγκτή ή Ελεγκτική Εταιρεία. Τέλος, τα σχετικά αιτήματα υποβάλλονται αποκλειστικά εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους μετά την ολοκλήρωση του φορολογικού έτους αναφοράς ενώ η εξέτασή τους αναμένεται να λάβει χώρα εντός 45 ημερών από την ολοκλήρωση της προθεσμίας υποβολής τους (Γ.Π. Β1 Β2/84482/2020).

Navigating the changes to IFRS 2021
Navigating the changes to IFRS 2021
Δείτε περισσότερα

 

Ολοκληρώθηκε την 1η Φεβρουαρίου, μετά από πολλές διαδοχικές αναστολές και παρατάσεις της προθεσμίας, το στάδιο της καταχώρισης στοιχείων στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.

Παρά την υποβολή ορισμένων αιτημάτων για εκ νέου παράταση, τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να έχουν δηλώσει στο Μητρώο τους πραγματικούς δικαιούχους τους και τα προσωπικά στοιχεία αυτών. Πραγματικός δικαιούχος είναι το φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα στα οποία τελικά ανήκει το νομικό πρόσωπο ή τα οποία το ελέγχουν, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα για λογαριασμό των οποίων διεξάγεται η επιχειρηματική δραστηριότητα. Ενδεικτικά, η κατοχή ποσοστού μετοχών άνω του 25% μιας εταιρείας από φυσικό πρόσωπο αποτελεί ένδειξη άμεσου ελέγχου αυτής. Τυχόν μεταβολές στα πρόσωπα των πραγματικών δικαιούχων οφείλουν επίσης να καταχωρούνται εγκαίρως εντός εξήντα ημερών από την επέλευσή τους ενώ η μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις αυτές συνεπάγεται τη δέσμευση χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων και χρηματικές κυρώσεις που ανέρχονται στο ποσό των €10.000, οι οποίες διπλασιάζονται σε περίπτωση υποτροπής.


Μη κατανοητή είναι η διατήρηση σε ισχύ του Ειδικού Φόρου Ακινήτων (15%), ο οποίος επιβαρύνει εταιρείες με εμπράγματα δικαιώματα πλήρους ή ψιλής κυριότητας, ή επικαρπίας σε ακίνητα εντός Ελλάδος.

Ειδικότερα, σκοπός του εν λόγω φόρου δεν είναι να αποφέρει φορολογικά έσοδα αλλά να δημιουργήσει συνθήκες διαφάνειας ως προς τα πρόσωπα που ελέγχουν εταιρείες που έχουν ακίνητα στην Ελλάδα. Προς το σκοπό αυτό, ο νόμος προβλέπει διευρυμένες απαλλαγές, οι οποίες θεωρεί ότι παρέχουν μια ελάχιστη διαφάνεια, ούτως ώστε ο φόρος τελικά να επιβληθεί μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που ο πραγματικός δικαιούχος παραμένει άγνωστος. Απαλλάσσονται από το φόρο, ενδεικτικά, εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης, ανώνυμες εταιρείες με ονομαστικές μετοχές μέχρι φυσικού προσώπου, αρκεί το πρόσωπο αυτό (ένα ή περισσότερα) να έχει ΑΦΜ στην Ελλάδα, εταιρείες με εμπορική δραστηριότητα (δηλαδή άλλη από μόνη την εκμετάλλευση του ακινήτου) καθώς και εταιρείες των οποίων οι μετοχές καταλήγουν υπό την κατοχή ή διαχείριση συγκεκριμένων τύπων επενδυτικών κεφαλαίων (π.χ. ELTIFS, AIFs, AIFMs, UCITS, EUVECA, EUSEF). Σε κάθε περίπτωση, οι απαλλαγές δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση ύπαρξης έδρας σε μη συνεργάσιμα κράτη.