ΦΟΡΟΔΟΞΙΕΣ

Φοροδοξίες, 13.11.2022

insight featured image
Contents

Γνωρίζετε ότι...

H αύξηση μετοχικού κεφαλαίου εταιρίας με σχηματισμό αποθεματικού Υπέρ το Άρτιο μπορεί να συνιστά τεχνητή διευθέτηση με σκοπό την αποφυγή πληρωμής μεγαλύτερου φόρου.

Ο φορολογικός έλεγχος έκρινε πως η εταιρία, με το να διαθέσει μετοχές σε τιμή πολύ μεγαλύτερη της ονομαστικής (υπέρ το άρτιο) δεν δικαιολογείται, καθώς η εταιρία είναι μονομετοχική. Η εταιρία εξέδωσε τελικά πολύ μικρότερο αριθμό μετοχών, με αποτέλεσμα η τελική αξία που υπάγεται σε Φόρο Συγκέντρωσης Κεφαλαίου να είναι πολύ χαμηλότερη. Η Διοίκηση θεώρησε πως βασικό χαρακτηριστικό των περιπτώσεων της έκδοσης μετοχών υπέρ το άρτιο, είναι να προϋφίσταται ή σε κάθε περίπτωση να επιγεννάται πολυμετοχικότητα. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από το πρακτικό της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης της εταιρίας, φαίνεται πως ήδη πριν την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ήταν ειλημμένη η απόφαση για μη είσοδο νέων μετόχων. Παράλληλα, η εταιρία στην τρέχουσα χρήση παρουσιάζει αρνητικό σύνολο ιδίων κεφαλαίων, γεγονός που αποτελεί σημαντική ένδειξη για ενδεχόμενη αδυναμία συνέχισης της δραστηριότητάς της και σε κάθε περίπτωση δεν δικαιολογεί την τόσο υψηλή τιμή διάθεσης των μετοχών. Ως εκ τούτου, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών αποφάσισε πως σκοπός της εταιρίας ήταν η απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος μέσω της καταβολής ποσού όχι ως μετοχικού κεφαλαίου αλλά ως αποθεματικού υπέρ το άρτιο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να μην κεφαλαιοποιήσει ποτέ και συνεπώς να αποφύγει το σχετικό φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου (ΔΕΔ 2746/2022).

 

Η Πρόκληση του Πληθωρισμού και οι Επιπτώσεις
Η Πρόκληση του Πληθωρισμού και οι Επιπτώσεις
Δείτε περισσότερα



Τα βασικά κριτήρια που θέτει ο νόμος για τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας ενός φορολογούμενου είναι διαζευκτικά η μόνιμη κατοικία, η συνήθης διαμονή και το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων.

Το τελευταίο καθορίζεται σύμφωνα με τους προσωπικούς και οικονομικούς δεσμούς που αναπτύσσει ο φορολογούμενος τόσο στο κράτος της τρέχουσας κατοικίας όσο και στο κράτος που επιθυμεί τη μεταφορά της. Εφόσον τα ως άνω κριτήρια πληρούνται σε περισσότερα του ενός κράτη, η διοίκηση οφείλει να σταθμίσει τα πραγματικά περιστατικά και να εξεύρει το κράτος στο οποίο συγκλίνουν οι δεσμοί του φορολογούμενου. Τα τελευταία χρόνια με την αυξανόμενη τάση μετεγκατάστασης των εργαζομένων, αποτυπώνεται η πρόθεση του νομοθέτη και της νομολογίας προς διεύρυνση των περιπτώσεων μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας όταν υπάρχουν στενοί οικονομικοί, επαγγελματικοί δεσμοί και βούληση μόνιμης διαμονής, ακόμα και αν στο πρώτο κράτος προϋπάρχουν οικογενειακοί ή κοινωνικοί δεσμοί, οι οποίοι στο παρελθόν συνιστούσαν ανυπέρβλητο εμπόδιο. Ωστόσο, οι αρμόδιες φορολογικές αρχές συχνά αρνούνται να αποδεχτούν τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας, επικαλούμενες την ύπαρξη ακόμα και αμελητέων -σε αρκετές περιπτώσεις- δεσμών, όπως αποκλειστικά την ιδιότητα του διαχειριστή επί μιας εταιρίας ή την εκμετάλλευση κάποιου ακινήτου στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, οι φορολογούμενοι δικαιούνται επί σχετικής αρνήσεως να προσφύγουν στα διοικητικά δικαστήρια (ακυρωτική διαφορά ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου) προκειμένου να ακυρώσουν την απορριπτική απόφαση της διοίκησης. Αποτελεί άλλωστε στόχο της διοίκησης και ευχή όλων των μερών να εκδοθούν σύντομα διατάξεις νομοθετικού χαρακτήρα που θα θέσουν ακόμα σαφέστερα πλαίσια και θα άρουν μελλοντικές αντιδικίες.