article banner
Φοροδοξίες

Φοροδοξίες, 13.11.2016

Γνωρίζετε ότι...

 

  • Η διαφορά από έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο υπόκειται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου (ΦΣΚ) σύμφωνα με την πρόσφατη διοικητική νομολογία της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ). Το ζήτημα αυτό απασχολεί τη Διοίκηση και τις εταιρείες ήδη από την εισαγωγή του ΦΣΚ στην Ελληνική έννομή τάξη από το 1986.
    Αρχικά η Διοίκηση με την ΠΟΛ 1230/1994, η οποία σημειωτέον δεν έχει ανακληθεί, είχε πάρει τη θέση ότι η διαφορά αυτή υπόκειται σε ΦΣΚ κατά το χρόνο της κεφαλαιοποίησής της και όχι κατά το χρόνο της πραγματοποίησης (καταβολής) αυτής, επ’ ευκαιρία της αύξησης του κεφαλαίου. Ρήγμα σε αυτήν την πάγια θέση της Διοίκησης, η  οποία ίσχυε απαρέγκλιτα για χρόνια προκάλεσε η υπ’ αριθ. 113/2009 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ). Στην περίπτωση αυτή το ΝΣΚ εξέτασε εάν υπόκειται σε ΦΣΚ η έκδοση εταιρικών μεριδίων υπέρ το άρτιο από εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και γνωμάτευσε θετικά.
  • Για μια πενταετία η Διοίκηση παρέμενε μετέωρη σχετικά με την αντιμετώπιση της προαναφερθείσας γνωμοδότησης του ΝΣΚ, η οποία διαρρήγνυε παγιωμένη διοικητική νομολογία, ωστόσο το 2014 την έκανε αποδεκτή για τις ΕΠΕ με την ΠΟΛ 1044/2014, δίχως να καταργήσει την τυπικά έως τώρα ισχυρή ΠΟΛ 1230/1994. Η ΔΕΔ μάλιστα εφαρμόζει την πρόσφατη διοικητική νομολογία τόσο στις ανώνυμες εταιρείες όσο και σε περιπτώσεις που η σχετική διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο σχηματίσθηκε πριν από την 3/2/2014, ημερομηνία έκδοσης της ΠΟΛ 1044/2014. Έκρινε δηλαδή ότι με αυτήν δεν θεσπίζονται νέες διατάξεις, αλλά ερμηνεύονται απλώς οι υπάρχουσες και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα ανεπίτρεπτης αναδρομικής εφαρμογής.
  • Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, που επιλαμβάνεται της ενδικοφανούς προσφυγής, δεν μπορεί να εκδώσει απόφαση με την οποία θα χειροτερεύει η θέση του προσφεύγοντος. Κάτι τέτοιο θα αντέβαινε στην ίδια τη φύση της ενδικοφανούς προσφυγής ως οιονεί ενδίκου βοηθήματος, η άσκηση του οποίου τείνει στην ακύρωση ή έστω στη βελτίωση της προσβαλλόμενης πράξης και δεν είναι δυνατόν να οδηγεί σε δυσμενέστερο καταλογισμό (ΔΕΔ 2659/2016).
  • Η ευελιξία χρηματοδότησης που μπορεί να διαθέτει μία εταιρεία, είτε μέσω τραπεζικού δανεισμού, είτε μέσω άλλων πιστωτικών διαύλων, όπως για παράδειγμα από άλλες εταιρείες του ίδιου Ομίλου, θα μπορούσε να αποδυναμώσει το αίτημά της περί αναστολής καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου φόρου στο πλαίσιο άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής. Σημειώνεται, ότι για την στοιχειοθέτηση ανεπανόρθωτης βλάβης, η ΔΕΔ έχει στο παρελθόν λάβει υπόψη τη δυνατότητα της προσφεύγουσας εταιρείας για τμηματική (και όχι εφάπαξ) καταβολή της αμφισβητούμενης οφειλής.
  • Στις περιπτώσεις αποστολών εμβασμάτων που πραγματοποιούνται από κοινούς λογαριασμούς πρέπει να γίνεται καταρχήν ισομερής επιμερισμός αυτών μεταξύ των συνδικαιούχων του λογαριασμού προέλευσης του εμβάσματος. Σε περίπτωση που ο ελεγχόμενος επικαλείται διαφορετική αναλογία των χρηματικών αυτών ποσών οφείλει να αποδείξει με κάθε πρόσφορο μέσο τον ισχυρισμό του. Επί αμφισβήτησης του ισχυρισμού του ελεγχόμενου από τη φορολογική αρχή, αυτή οφείλει να αιτιολογήσει την αναλογία που επικαλείται, εάν αυτή είναι διαφορετική του ισομερούς επιμερισμού. Η αιτιολόγηση αυτή πρέπει να είναι ειδική και εμπεριστατωμένη (ΔΕΔ 1037/2016).
  • Αν το εισόδημα με βάση το οποίο γίνεται η βεβαίωση του φόρου προσδιορίζεται κατά τρόπο τεκμαρτό, ο φόρος που αναλογεί στο τεκμαρτό αυτό εισόδημα λαμβάνεται υπόψη για τη βεβαίωση της προκαταβολής φόρου.
  • Η αρμόδια φορολογική αρχή λαμβάνει υπόψη τις κατά τον νόμο ετήσιες τεκμαρτές δαπάνες προκειμένου να υπολογίσει το τμήμα του κεφαλαίου που απέμεινε από τα φορολογηθέντα εισοδήματα του προηγούμενου έτους και αναλώθηκε κατά το κρινόμενο φορολογικό έτος. Εάν η φορολογική αρχή ισχυρισθεί και αποδείξει ότι οι δαπάνες, στις οποίες πράγματι υποβλήθηκε ο φορολογούμενος (πραγματικές δαπάνες), ήταν μεγαλύτερες από τις δηλωθείσες τεκμαρτές δαπάνες, λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές, μη υφισταμένης ως προς τούτο δεσμεύσεως από την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων (ΣτΕ 772/2015).
  • Εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται σε όλα τα εισοδήματα αλλοδαπής προέλευσης, ανεξάρτητα από το εάν η Ελλάδα έχει συνάψει ή όχι με το αντίστοιχο κράτος σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ). Τα ανωτέρω δεν ισχύουν σε όσες περιπτώσεις προβλέπεται ρητώς απαλλαγή από την ειδική εισφορά.
  • Εξαιρούνται της εισφοράς αλληλεγγύης ενδεικτικά: α) αποζημίωση απόλυσης, β) μερίσματα των αλλοδαπών ναυτιλιακών εταιρειών του ν. 27/75, οι οποίες δεν ασχολούνται με τη διαχείριση πλοίων, γ) εκλογική αποζημίωση, δ) αμοιβές υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, τα ποσά που δεν αποτελούν εισόδημα απαλλάσσονται της εισφοράς αλληλεγγύης, όπως: α) διάθεση περιουσιακών στοιχείων, β) εισαγωγή συναλλάγματος από κατοίκους εξωτερικού, γ) δωρεές, κληρονομιές και γονικές παροχές, δ) επίδομα αλλοδαπής (για δημοσίους υπαλλήλους), ε) αποζημίωση για ηθική βλάβη.

 

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με φορολογικά θέματα, μπορείτε να επικοινωνήσετε με το τμήμα Tax & Outsourcing της Grant Thornton στο email: tax@gr.gt.com