article banner
ΦΟΡΟΔΟΞΙΕΣ

Φοροδοξίες, 16.12.2018

  • Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης συνιστά φόρο επί του εισοδήματος, όπως κρίθηκε εκ νέου με πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και επομένως καλύπτεται από τις Συμβάσεις Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) που έχει υπογράψει η Ελλάδα. Σύμφωνα με το ΣτΕ, ο χαρακτήρας της ως τακτικού /συνήθους φόρου επί του εισοδήματος και όχι ως μιας έκτακτης και προσωρινής επιβάρυνσης επιβεβαιώνεται από την ενσωμάτωσή της στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (άρθρο 43Α) από το φορολογικό έτος 2016 και την επιβολή της για τα επόμενα φορολογικά έτη, χωρίς χρονικό όριο (ΣτΕ 2465/2018). Η απόφαση του ΣτΕ έκρινε αντίθετα με τις δύο πρόσφατες γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οι οποίες έγιναν αποδεκτές και εφαρμόζονται από τη φορολογική διοίκηση (ΠΟΛ. 1099 και 1100/2018).

  • Η επιβεβαίωση ότι η εισφορά αλληλεγγύης αποτελεί φόρο επί του εισοδήματος, ιδίως μετά την ενσωμάτωσή της στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ), θα μπορούσε να καθιστά τα μερίσματα που διανέμουν οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις απαλλασσόμενα, τόσο από το φόρο μερισμάτων όσο και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Αυτό γιατί, με ρητή διάταξη του  ΚΦΕ, οι διατάξεις που διέπουν τη φορολογία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και των συνδεόμενων φυσικών προσώπων σε σχέση με το εισόδημα που απορρέει από τις επιχειρήσεις αυτές δεν θίγονται από τις διατάξεις του ΚΦΕ.

  • Παρανόμως επιβλήθηκε ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα μερίσματα από εκμετάλλευση πλοίου με ξένη σημαία, η διαχείριση του οποίου έχει ανατεθεί σε αλλοδαπή εταιρεία εγκατεστημένη στην Ελλάδα μέσω γραφείου του άρθρου 25 του ν. 27/1975. Τα παραπάνω έκρινε το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών σε πρόσφατη απόφασή του (Μον. Διοικ. Πρωτοδ. Αθηνών 7242/2018). Κατά το σκεπτικό της παραπάνω απόφασης, ισχύει απαλλαγή από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση του εισοδήματος που αποκτούν οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος-μέτοχοι αλλοδαπών πλοιοκτητριών εταιρειών από την εκμετάλλευση πλοίων, τα οποία διαχειρίζεται γραφείο του ν. 27/1975, είτε απευθείας είτε μέσω εταιρειών χαρτοφυλακίου.

  • Ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται σε έτος μεταγενέστερο από εκείνο που αφορούν λόγω εκκαθάρισης εκπίπτουν φορολογικά και επηρεάζουν τα αποτελέσματα του έτους μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα η καταβολή. Το παραπάνω ισχύει και σε περίπτωση συμψηφισμού πιστωτικού υπολοίπου με ασφαλιστικές εισφορές επόμενου έτους, καθώς ο συμψηφισμός εξομοιώνεται με καταβολή, κατά το μέρος που εξοφλεί ασφαλιστικές εισφορές του έτους αυτού. Όπως είναι γνωστό ο ΕΦΚΑ πραγματοποιεί ετησίως εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών του προηγούμενου έτους με αποτέλεσμα να προκύπτει για τους ασφαλισμένους χρεωστικό, πιστωτικό ή μηδενικό υπόλοιπο προς καταβολή (ΠΟΛ 1219/2018).

  • Δεν απαιτείται η υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2017 από όσα νομικά ή φυσικά πρόσωπα συμπεριέλαβαν τις καταβληθείσες εισφορές του έτους 2018, οι οποίες αφορούσαν το προηγούμενο έτος, στα φορολογικά αποτελέσματα του 2017. Επισημαίνεται, όμως, ότι τα ποσά αυτά δεν θα ληφθούν υπόψη στη δήλωση του φορολογικού έτους 2018, καθόσον διαφορετικά θα προέκυπτε θέμα διπλής έκπτωσης της ασφαλιστικής δαπάνης (ΠΟΛ 1219/2018).

  • Μόνο τα ατομικά εισοδήματα προηγούμενων ετών μπορούν να επικαλούνται οι εν διαστάσει σύζυγοι για την κάλυψη τεκμηρίων και όχι το οικογενειακό εισόδημα που προέκυψε κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης. Η θέση αυτή υιοθετήθηκε υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 2238/1994) και συνεχίζει να εφαρμόζεται υπό το ισχύον σήμερα καθεστώς (Ν. 4172/2013).

  • Το (σημαντικό) χρηματικό ποσό που εισέρχεται σε κοινό λογαριασμό με συνδικαιούχο ελεύθερο επαγγελματία μπορεί να θεωρηθεί ότι προέρχεται από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας του ελεύθερου επαγγελματία, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Το παραπάνω μπορεί να ισχύει, ενδεικτικά, σε περίπτωση που τέτοιο ποσό δεν καλύπτεται από τα (νομίμως φορολογηθέντα ή απαλλαχθέντα του φόρου) εισοδήματα που έχουν δηλώσει στην φορολογική αρχή όλοι οι συνδικαιούχοι του λογαριασμού, ούτε από άλλη συγκεκριμένη πηγή ή αιτία, την οποία είτε επικαλείται ο ελεύθερος επαγγελματίας είτε εντοπίζει η φορολογική αρχή.

  • Τέτοια στοιχεία μπορεί να αποτελούν οι χρεώσεις του επίμαχου κοινού τραπεζικού λογαριασμού, όπως α)η μεταφορά χρηματικού ποσού από τον λογαριασμό αυτό σε ατομικό τραπεζικό λογαριασμό του ελεύθερου επαγγελματία, ή σε τραπεζικό λογαριασμό προσωπικής ή κεφαλαουχικής εταιρείας στην οποία αυτός είναι εταίρος ή μέτοχος, ή σε λογαριασμό τρίτου προσώπου με το οποίο ο ελεύθερος επαγγελματίας έχει επαγγελματική/οικονομική συνεργασία ή οικονομική συναλλαγή ή β) η αφαίρεση από τον κοινό λογαριασμό χρημάτων για την κάλυψη αγορών που έγιναν μέσω της χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας του ελεύθερου επαγγελματία.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με φορολογικά θέματα, μπορείτε να επικοινωνήσετε με το τμήμα Tax & Outsourcing της Grant Thornton στο email: tax@gr.gt.com