article banner
ΦΟΡΟΔΟΞΙΕΣ

Φοροδοξίες 22.10.2017

  • Διαβιβάστηκαν στην Ελλάδα στοιχεία για τους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς Ελλήνων φορολογικών κατοίκων για το έτος 2016 στο πλαίσιο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις της Υφυπουργού Οικονομικών κας. Παπανάτσιου. Τα παραπάνω στοιχεία έχουν ήδη τεθεί στη διάθεση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προς έλεγχο, ώστε να εντοπισθούν περιπτώσεις φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής. Στα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται στοιχεία τραπεζικών λογαριασμών, όπως ενδεικτικά το όνομα, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ του δικαιούχου, καθώς και το υπόλοιπο ή η αξία του τραπεζικού λογαριασμού στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή στο κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια του έτους αυτού κ.τ.λ.
  • Για το έτος 2016 διαβίβασαν στοιχεία, εκτός από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτες χώρες, όπως ενδεικτικά η Νήσος του Μαν, το Τζέρσεϊ, οι Σεϋχέλλες, το Λιχτενστάιν κ.α. Από το 2018 θα αρχίσουν να ανταλλάσσουν πληροφορίες για το έτος 2017 και άλλες κράτη, όπως ενδεικτικά η Ελβετία, η Αυστρία, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, το Κουβέιτ, ο Λίβανος, ο Παναμάς, η Σαουδική Αραβία κ.α.  Υπενθυμίζεται ότι παραμένει σε ισχύ μέχρι και 31.10.2017 η δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών με χαμηλούς συντελεστές πρόσθετων φόρων.

  • Η προτεραιότητα του φορολογικού ελέγχου έχει πλέον στραφεί προς τα φυσικά πρόσωπα ιδίως τα λεγόμενα «μεγάλου πλούτου». Στη διαδικασία του τακτικού ελέγχου (είτε λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού είτε λόγω διαφορών μεταξύ δαπανών και δηλωθέντων εισοδημάτων) ο προσδιορισμός του πραγματικού φορολογητέου εισοδήματος γίνεται πλέον κυρίως με τις λεγόμενες έμμεσες τεχνικές ελέγχου και συγκεκριμένα τις εξής τρεις: 1) της ανάλυσης ρευστότητας, 2) της καθαρής θέσης 3) των τραπεζικών καταθέσεων και δαπανών σε μετρητά. Ο έλεγχος επιλέγει εκείνη την μέθοδο που θεωρεί προσφορότερη για την συγκεκριμένη περίπτωση. Η τεχνική της ανάλυσης ρευστότητας εξετάζει πρακτικά το ενδεχόμενο ο φορολογούμενος να δαπάνησε περισσότερα χρήματα από αυτά που δήλωνε στις φορολογικές του δηλώσεις, εξετάζοντας και το υπόλοιπο τραπεζικών καταθέσεων. Η τεχνική της καθαρής θέσης διερευνά το ενδεχόμενο να προκύπτει προσαύξηση της καθαρής περιουσίας του φορολογούμενου εντός του έτους, η οποία δεν δικαιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματα. Η τεχνική του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και δαπανών σε μετρητά προσδιορίζει φορολογητέα ύλη συγκρίνοντας την κίνηση των καταθέσεων και δαπανών σε μετρητά με τα δηλωθέντα εισοδήματα.
  • Εφ’ όσον από τον έλεγχο προκύψει φορολογητέα ύλη που δεν έχει δηλωθεί, αυτή  αποδίδεται προς φορολόγηση στο έτος που αφορά και κατανέμεται στις πηγές εισοδήματος, όπου τεκμηριωμένα ανάγεται. Εάν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, η προκύπτουσα διαφορά για έτη πριν το 2014 καταλογίζεται ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της αντίστοιχης χρήσης (σύμφωνα με τις διατάξεις του προϊσχύσαντος Κ.Φ.Ε.). Από 1/1/2014 και μετά η διαφορά φορολογείται ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα. Στο πλαίσιο της διενέργειας ελέγχων, η Φορολογική Αρχή έχει τη δυνατότητα, επιπλέον, να αγνοεί τεχνητές διευθετήσεις και πρακτικές οι οποίες κατ’ αυτήν αποσκοπούν σε αποφυγή της φορολόγησης.
  • Αλλοδαπές εταιρείες που διατηρούν ακίνητο στην Ελλάδα και αποκτούν εισόδημα από την εκμίσθωση, ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση του υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα. Το εισόδημα αυτό υπόκειται σε φόρο με συντελεστή 29%. Σε περίπτωση δωρεάν παραχώρησης ή ιδιοχρησιμοποίησης του ακινήτου, σε φόρο υπόκειται το τεκμαρτό εισόδημα ύψους 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Η υποχρέωση τήρησης βιβλίων προκύπτει, καθώς από 1.1.2014 το εισόδημα από ακίνητη περιουσία που αποκτούν αλλοδαπές εταιρείες αντιμετωπίζεται φορολογικά ως «κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα», ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη μόνιμης εγκατάστασης στη χώρα. Ως προς την υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, αυτή υποβάλλεται ακόμα και όταν τα πιο πάνω πρόσωπα δεν αποκτούν εισόδημα από το ακίνητο στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, τυχόν υπεραξία από τη μεταβίβαση του ακινήτου φορολογείται, επίσης, ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα της αλλοδαπής εταιρείας στην Ελλάδα. Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με ρητή θέση της Φορολογικής Διοίκησης, εάν η αλλοδαπή εταιρεία που εκμεταλλεύεται το ακίνητο στην Ελλάδα βρίσκεται σε κράτος με το οποίο δεν υπάρχει Σύμβαση για την Αποφυγή της Διπλής Φορολόγησης, τότε θεωρείται ότι αποκτά, εκ της εκμεταλλεύσεως του ακινήτου και μόνο, μόνιμη εγκατάσταση στην χώρα (ΠΟΛ 1069/2015 και ΠΟΛ 1138/2015). 

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με φορολογικά θέματα, μπορείτε να επικοινωνήσετε με το τμήμα Tax & Outsourcing της Grant Thornton στο email: tax@gr.gt.com