ΦΟΡΟΔΟΞΙΕΣ

Φοροδοξίες 28.04.2024

insight featured image
Contents

Γνωρίζετε ότι...

Σύμφωνα με το ΔΕΕ τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στη διαμονή σε ξενοδοχεία και παρόμοιους χώρους στο μέτρο που δεν παραβιάζεται η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας.

Στην κρινόμενη υπόθεση Βουλγάρικη εταιρία μίσθωσε τουριστικό συγκρότημα διαμερισμάτων, τα οποία άνηκαν σε ιδιώτες, με σκοπό να τα διαχειρίζεται, συντηρεί και να τα εκμισθώνει επ’ ονόματί τους σε τρίτους. Στο πλαίσιο αυτό, η εταιρεία άσκησε δραστηριότητα παροχής καταλύματος και εφάρμοσε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ. Η εταιρία είχε αιτηθεί με βάση το βουλγάρικο δίκαιο την ταξινόμηση του συγκροτήματος ως κατάλυμα, όμως το βουλγάρικο Υπουργείο Τουρισμού στη συνέχεια ανακάλεσε την βεβαίωση ταξινόμησής του. Στη βάση αυτή, ο φορολογικός έλεγχος αμφισβήτησε την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για την κρινόμενη περίοδο που η εταιρία δεν διέθετε βεβαίωση ταξινόμησης για το επίμαχο τουριστικό συγκρότημα. Μετά από προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, το τελευταίο έκρινε ότι θα πρέπει να εξεταστεί από το εθνικό δικαστήριο αν η εθνική ρύθμιση, που περιορίζει την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε κατόχους βεβαίωσης ταξινόμησης, παραβιάζει την αρχή της ουδετερότητας του φόρου, σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται η διαφορετική μεταχείριση από πλευράς ΦΠΑ παρόμοιων αγαθών ή υπηρεσιών που βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους. Για να εξακριβώσει αν η επιλεκτική εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή παραβιάζει την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, θα πρέπει να εξετάσει αν το γεγονός ότι διατίθεται βεβαίωση ταξινόμησης μπορεί να οδηγήσει, υπό την οπτική του μέσου καταναλωτή, σε διαφοροποίηση μεταξύ των ταξινομημένων και των μη ταξινομημένων εγκαταστάσεων και συνακόλουθα στην κάλυψη διαφορετικών αναγκών.  Στο μέτρο που η εθνική ρύθμιση περιορίζει την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε συγκεκριμένες και ειδικές πτυχές της κατηγορίας των υπηρεσιών διαμονής που παρέχονται σε ξενοδοχεία και παρόμοιους χώρους, αυτή παραβιάζει την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας (C 733/22).


Η υποχρέωση εξόφλησης δαπανών άνω των 500€ με τραπεζικό μέσο πληρωμής δεν αίρεται εξαιτίας προγενέστερης κατάσχεσης των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου.

Συγκεκριμένα, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών απέρριψε σχετική προσφυγή φορολογούμενου μετά από έλεγχο, με βάση τον οποίο η ΑΑΔΕ καταλόγισε διαφορά φόρου από πληρωμές που έλαβαν χώρα με τη χρήση μετρητών. Συγκεκριμένα ο φορολογούμενος προέβη σε δαπάνες μισθοδοσίας και πληρωμές προμηθευτών αξίας άνω των 500€ με τη χρήση μετρητών και χωρίς να προσκομισθούν στον έλεγχο αποδεικτικά εξόφλησης με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Με την ενδικοφανή προσφυγή του ο φορολογούμενος επικαλέστηκε ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία διατραπεζικής εξόφλησης λόγω κατάσχεσης των τραπεζικών του λογαριασμών, ισχυριζόμενος έτσι ότι συνέτρεχε στο πρόσωπο του ιδίου ανωτέρα βία αναφορικά με τον τρόπο πληρωμής των υποχρεώσεών του. Ωστόσο, η ΔΕΔ έκρινε ότι προσφεύγων θα μπορούσε να ενεργήσει όπως και σε περιπτώσεις άλλων προμηθευτών όπου για την εξόφληση χρησιμοποιήθηκαν τραπεζικοί λογαριασμοί συγγενικών του προσώπων ή κατατέθηκαν μετρητά σε τραπεζικό λογαριασμό της αντισυμβαλλόμενης επιχείρησης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι δεν είναι επαρκής αιτία για να δικαιολογήσει ανωτέρα βία η κατάσχεση των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου και ο ισχυρισμός του απορρίφθηκε.